απομηκύνω — ἀπομηκύνω (Α) εκτείνω, παρατείνω … Dictionary of Greek
ἀπομηκύνω — ἀ̱πομηκύ̱νω , ἀπομηκύνω prolong aor ind mid 2nd sg (doric aeolic) ἀπομηκύ̱νω , ἀπομηκύνω prolong aor subj act 1st sg ἀπομηκύ̱νω , ἀπομηκύνω prolong pres subj act 1st sg ἀπομηκύ̱νω , ἀπομηκύνω prolong pres ind act 1st sg ἀπομηκύ̱νω , ἀπομηκύνω… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπομηκῦνον — ἀπομηκύνω prolong pres part act masc voc sg ἀπομηκύνω prolong pres part act neut nom/voc/acc sg ἀπομηκύνω prolong pres part act masc voc sg ἀπομηκύνω prolong pres part act neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπομεμήκυνται — ἀπομηκύνω prolong perf ind mp 3rd sg ἀπομηκύνω prolong perf ind mp 3rd pl (epic ionic) ἀπομηκύνω prolong perf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπομεμηκυσμένων — ἀπομηκύνω prolong perf part mp fem gen pl ἀπομηκύνω prolong perf part mp masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπομηκυνθείσης — ἀπομηκύνω prolong aor part pass fem gen sg (attic epic ionic) ἀπομηκύνω prolong aor part pass fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπομηκυνθῇ — ἀπομηκύνω prolong aor subj pass 3rd sg ἀπομηκύνω prolong aor subj pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπομηκῦναι — ἀπομηκύνω prolong aor inf act ἀπομηκύνω prolong aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεμηκύνθη — ἀπομηκύνω prolong aor ind pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπομηκύνει — ἀπομηκύ̱νει , ἀπομηκύνω prolong aor subj act 3rd sg (epic) ἀπομηκύ̱νει , ἀπομηκύνω prolong pres ind mp 2nd sg ἀπομηκύ̱νει , ἀπομηκύνω prolong pres ind act 3rd sg ἀπομηκύ̱νει , ἀπομηκύνω prolong aor subj act 3rd sg (epic) ἀπομηκύ̱νει , ἀπομηκύνω… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπομηκύνεται — ἀπομηκύ̱νεται , ἀπομηκύνω prolong aor subj mid 3rd sg (epic) ἀπομηκύ̱νεται , ἀπομηκύνω prolong pres ind mp 3rd sg ἀπομηκύ̱νεται , ἀπομηκύνω prolong aor subj mid 3rd sg (epic) ἀπομηκύ̱νεται , ἀπομηκύνω prolong pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)